Ολοκληρώθηκε η συνάντηση των δύο Εισαγγελέων με τον κ. Φώτη Μακρή, ο οποίος έχει λάβει την παραγγελία για επείγουσα έρευνα που διέταξε ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ. Ιωάννης Τέντες. Οι κ.κ. Πεπόνης και Μουζακίτης έδωσαν στον αντεισαγγελέα γραπτό υπόμνημα, στο οποίο διευκρινίζουν τους λόγους που τους οδήγησαν στο να υποβάλλουν την παραίτησή τους.
Όπως σημείωσαν σε δηλώσεις τους οι κύριοι Πεπόνης και Μουζακίτης, παραμένουν στις θέσεις τους, ενώ στο πόρισμα του που ολοκλήρωσε ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου Φώτης Μακρής, αναφέρει ότι «η αίτησή τους υπήρξε παρορμητική και εκπορεύθηκε από την υπερβολική ευαισθησία τους και από την αδιαπραγμάτευτη προσήλωσή τους, όπως πιστεύουν, στην εκτέλεση καθήκοντός τους. Δεν προέκυψε ότι επιχειρήθηκε παρέμβαση στο έργο τους από οποιονδήποτε και παρέλκει οποιαδήποτε περαιτέρω έρευνα ή ιδιαίτερη επεξήγηση του κειμένου της αιτήσεως τους για την αντικατάστασή τους».
Τι αναφέρουν στο υπόμνημά τους
Στο δισέλιδο υπόμνημα που κατέθεσαν οι κύριοι Πεπόνης και Μουζακίτης αναφέρουν μεταξύ άλλων ότι «κατά τρόπον σαφέστατον, κατηγορηματικόν, και μη επιδεχόμενον παρερμηνείες εξειδικεύομεν και καταδεικνύομεν, ως λόγον της ενεργείας μας, την τεχνηέντως επιχειρηθείσαν νομοθετική κατάργησή μας, εξαιτίας της φύσεως του αντικειμένου και των πολλαπλών -πολυεπίπεδων- αντανακλάσεων των υπηρεσιακών πρωτοβουλιών και ενεργειών μας, που σαφέστατα πολλούς ενόχλησαν και ενέβαλαν εις ανησυχίαν και πολλοί θα επιθυμούσαν και θα εύχονταν να μην είχαν λάβει χώραν».
«Το γεγονός έθετε και ανεδείκνυε ένα κρίσιμον και κεφαλαιώδες θεσμικόν και ηθικόν, ζήτημα, απτόμενο ευθέως της λειτουργικής μας υποστάσεως και αποστολής. Θα λειτουργούσαμε και δραστηριοποιούμαστε ως εισαγγελείς οικονομικού εγκλήματος, υπό τον όρον της επιδοκιμασίας και εγκρίσεως των ενεργειών μας από αναρμοδίους και για άλλα τεταγμένους θεσμικώς, δηλαδή, καθ’ υπαγόρευσιν και δεν θα αναλαμβάναμε ελεγκτικές ενέργειες και πρωτοβουλίες, που δεν θα ήσαν αρεστές στους ανωτέρω, δηλαδή, θα τελούσαμε ως εισαγγελείς υπό καθεστώς απαγορεύσεως; Με την ενέργεια μας δώσαμε το στίγμα μας και αποκαλύψαμε το φρόνημα μας, ενώ παραλλήλως πέμψαμε έμπρακτο, απέριττο και σαφέστατο μήνυμα, στους ενδεχομένως φρονούντας και απεργαζομένους τα αντίθετα, για τους οποίους αδιαφορούμε παντελώς και εμφαντικώς τους αγνοούμε από πλευράς εκπληρώσεως της υπηρεσιακής μας αποστολής και του διαφυλακτέου, ως κόρης οφθαλμού, δικαστικού ήθους και εισαγγελικού καθήκοντος», προσθέτουν.
Σε ένα άλλο σημείο του υπομνήματος, οι δύο εισαγγελείς επισημαίνουν χαρακτηριστικά: «Δεν θα εκτραπούμε από τον προεκτιθέμενο ουσιώδη πυρήνα της ενεργείας μας και δεν θα χαθούμε σε δυσώδεις ατραπούς ονοματολογίας, αναλισκόμενοι σε ενασχόληση με τον αυτονόητο και πασίδηλον, δυστυχώς, της νεοελληνικής πραγματικότητος. Δεν έχει νόημα, άλλωστε, να επικεντρωθούμε και εστιάσωμε σε κάτι που ναι μεν συμβαίνει (και είναι γνωστό ΣΕ ΟΛΟΥΣ ότι συμβαίνει), ουδόλως όμως μας επηρεάζει στη δικαστική υπηρεσιακή μας αποστολή, αγνοώντας παραλλήλως και παραγνωρίζοντας εκείνο το οποίον δεν μας επηρεάζει απλώς, ΑΛΛΑ ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΙΚΩΣ ΜΑΣ ΕΞΟΥΔΕΤΕΡΩΝΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΚΑΤΑΡΓΕΙ».
Κατά την έξοδό τους από το γραφείο του αντεισαγγελέα του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι δύο εισαγγελείς, απαντώντας στο ερώτημα αν δέχτηκαν πιέσεις στο έργο τους, ανέφεραν χαρακτηριστικά ότι «το υπόμνημα είναι αποκαλυπτικό και διαφωτιστικό αρκούντως και σε όσα σημεία πρέπει να θιγούν».
Για το αν έλαβαν διαβεβαιώσεις ότι θα έχουν τη βοήθεια που χρειάζονται για να φέρουν εις πέρας τις υποθέσεις που χειρίζονται, τόνισαν ότι «οι εισαγγελείς δεν εκλιπαρούν για βοήθεια, απαιτούν και αντλούν την δύναμη εκ του νόμου».
ΠΗΓΗ: http://www.real.gr
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου